ἐπιγραμμή

ἐπιγραμμή
ἐπιγραμμ-ή,-ἡ,in pl.,
A markings,

καθ' ὅλον τὸ σῶμα Aët.13.20

.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • επιγραμμή — ἐπιγραμμή, η (Α) [επιγράφω] στον πληθ. αἱ ἐπιγραμμαί τα χαράγματα …   Dictionary of Greek

  • γραμμή — η (AM γραμμή) Ι. συνεχής σειρά σημείων που χαράσσεται με αιχμηρό όργανο σε σκληρή επιφάνεια ή σύρεται με μολύβι νεοελλ. 1. συνεχής παράταξη ομοίων πραγμάτων, σειρά 2. κατεύθυνση, πορεία («γραμμή τής κυβερνήσεως») 3. έσχατο όριο (πραγματικό ή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”